Σάββατο 28 Δεκεμβρίου 2019

Αλέξανδρος Μπάρας-Τρία Ποιήματα









Π Ο Λ Λ Ο Ι Κ Α Ι Α Λ Λ Ο Ι

Μοναξιά


H "Kλεοπάτρα", η "Σεμίραμις" κ' η "Θεοδώρα" 




video









Πολλοί ‘ναι που την αναχώρησή τους

την εκφυλίζουνε με θόρυβο και λόγια
κι αποχαιρετιστήριες επισκέψεις
σ’ ασήμαντους γνωστούς και συγγενείς τους
τόσο πολλούς κι ασήμαντους που κιόλας
πριν απ’ το χωρισμό είναι ξεχασμένοι .
Στο τέλος αναβάλλουν.
Κι άλλοι, μ’ ένα πικρό χαμόγελο στα χείλη
-εχτές ακόμα τους συνάντησες στον δρόμο-,
χάνονται ξαφνικά σα να τους πήρε
σύννεφο και ταξίδεψε και πάει.





Μοναξιά

Είναι το πυκνό συλλαλητήριο

που οργανώνει μόνος ένας, μόνος,
κάπου ένα μαχαίρι είναι που βρέθηκε
δίχως ν’ ακουστεί κανένας φόνος.

Όπλου είναι βολή χωρίς αντήχηση

στη μεγάλην άμμο μιας Σαχάρας,
πάνω μια χλωμή λειψή πανσέληνος
λιώνει σαν κεράκι της δεκάρας…

Είναι μια σημαία που ξεχάστηκε

στον ιστό μετά τη δύση του ηλίου,
ξέθωρο ένα ράκος που φυλάχτηκε
από εσθήτα περασμένου μεγαλείου.

Έρημος σταθμός το μεσονύχτιο

υπογείων αστικών σιδηροδρόμων,
πέτρες φορτωμένον είναι φέρετρο
που το πάνε τέσσερις στον ώμον.

Βάρκα είναι στο πέλαγο τ’ απέραντο

μ’ ένα σκελετό για κωπηλάτη
που ήλιος κατακόρυφος τον στέγνωσε
και τον λεύκανε της θάλασσας τ’ αλάτι.

Είναι το πουλί που μόνο ξώμεινε

μίλια απ’ το κυρίαρχο κοπάδι,
πίσω του το φως της μέρας σβήνεται






video




Ανέκδοτη ηχογράφηση του 1962

Ποίηση: Αλέξανδρος Μπάρας

H "Kλεοπάτρα", η "Σεμίραμις" κ' η "Θεοδώρα"


Διαβάζει ο Δημήτρης Χορν.
To video χρησιμοποιείται για λόγους εκπαιδευτικούς και επ' ουδενί για κερδοσκοπικούς.






Ένα κάθε βδομάδα,

στην ορισμένη μέρα,
πάντα στην ίδιαν ώρα,
τρία βαπόρια ωραία,
η “Kλεοπάτρα”, η “Σεμίραμις” κι η “Θεοδώρα”,
ανοίγουνται απ’ την προκυμαία
στις εννέα,
πάντα για τον Περαία,
το Mπρίντιζι και το Tριέστι,
πάντα.

Xωρίς μανούβρες κι ελιγμούς

και δισταγμούς
κι ανώφελα σφυρίγματα,
στρέφουνε στ’ ανοιχτά την πρώρα,
η “Kλεοπάτρα”, η “Σεμίραμις” κι η “Θεοδώρα”,
σαν κάποιοι καλοαναθρεμμένοι
που φεύγουν από ένα σαλόνι
χωρίς ανούσιες χειραψίες
και περιττές.

Aνοίγουνται απ’ την προκυμαία

στις εννέα,
πάντα για τον Περαία,
το Mπρίντιζι και το Tριέστι,
πάντα — και με το κρύο και με τη ζέστη.

Πάνε

να μουντζουρώσουν τα γαλάζια
του Aιγαίου και της Mεσογείου
με τους καπνούς των.
Πάνε για να σκορπίσουνε τοπάζια
τα φώτα τους μέσ’ στα νερά
τη νύχτα.
Πάνε
πάντα μ’ ανθρώπους και μπαγκάζια…

H “Kλεοπάτρα”, η “Σεμίραμις” κι η “Θεοδώρα”,

χρόνια τώρα,
κάνουν τον ίδιο δρόμο,
φτάνουν την ίδια μέρα,
φεύγουν στην ίδιαν ώρα.

Mοιάζουν υπάλληλοι γραφείων

που γίνανε χρονόμετρα,
που η πόρτα της δουλειάς,
αν δεν τους δει μια μέρα να περάσουν
από κάτω της,
μπορεί να πέσει.

(Όταν ο δρόμος είναι πάντα ίδιος

τί τάχα αν είναι σε μια ολόκληρη Mεσόγειο
ή απ’ το σπίτι σ’ άλλη συνοικία;)
H “Kλεοπάτρα”, η “Σεμίραμις” κι η “Θεοδώρα”
είναι καιρός και χρόνια πάνε τώρα
του βαρεμού που ενοιώσαν την τυράννια,
να περπατούν πάντα στον ίδιο δρόμο,
να δένουνε πάντα στα ίδια λιμάνια.

Aν ήμουν εγώ πλοίαρχος,

ναι —si j’étais roi!
αν ήμουν εγώ πλοίαρχος
στην “Kλεοπάτρα”, τη “Σεμίραμη”, τη “Θεοδώρα”,
αν ήμουν εγώ πλοίαρχος
με τέσσερα χρυσά γαλόνια
κι αν μ’ άφηναν στην ίδια αυτή γραμμή
τόσα χρόνια,
μια νύχτα σεληνόφεγγη,
στη μέση του πελάγου,
θ’ ανέβαινα στο τέταρτο κατάστρωμα
κι ενώ θ’ ακούγουνταν η μουσική
που θα ‘παιζε στης πρώτης θέσης τα σαλόνια,
με τη μεγάλη μου στολή,
με τα χρυσά μου τα γαλόνια
και τα χρυσά μου τα παράσημα,
θα ‘γραφα μιαν αρμονικότατη καμπύλη
από το τέταρτο κατάστρωμα
μέσ’ στα νερά,
έτσι με τα χρυσά μου,
σαν αστήρ διάττων
σαν ήρως ανεξήγητων θανάτων.


Πηγή:
 Αλέξανδρος Μπάρας, Ποιήματα 1933-1953, Ίκαρος, Αθήνα 1954, σ. 9-11]










Ο Αλέξανδρος Μπάρας (λογοτεχνικό ψευδώνυμο του Μενέλαου Αναγνωστόπουλου, 1906-1990) γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη και πέθανε στην Αθήνα. Στα εφηβικά του χρόνια μετά τη Μικρασιατική καταστροφή έζησε για περισσότερο από δύο χρόνια στο Κάιρο της Αιγύπτου κοντά σε συγγενείς του.
Γράφτηκε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, χωρίς όμως να αποφοιτήσει ποτέ. Εργάστηκε για τριάντα πέντε χρόνια ως υπάλληλος του Διπλωματικού Σώματος στο ελληνικό προξενείο της Κωνσταντινούπολης και από το 1966 εγκαταστάθηκε στην Αθήνα.
Κατά τη διάρκεια της ζωής του ταξίδεψε ανά τον κόσμο. Στο χώρο της λογοτεχνίας πρωτοεμφανίστηκε με δημοσιεύσεις ποιημάτων σε εφημερίδες του Καΐρου και της Κωνσταντινούπολης.
Το 1929 έγινε γνωστός στους λογοτεχνικούς κύκλους με τη δημοσίευση στο περιοδικό “Αλεξανδρινά Γράμματα” του ποιήματος “Η Κλεοπάτρα, η Σεμίραμις και η Θεοδώρα”, που θεωρήθηκε πρωτοποριακό για την εποχή και το 1933 κυκλοφόρησε η ποιητική συλλογή του “Συνθέσεις”.
Συνεργάστηκε με τα λογοτεχνικά περιοδικά “Ρυθμός”, “Νέα Εστία”, “Νεοελληνικά Γράμματα”, “Πειραϊκά Γράμματα”, “Ποιητική Τέχνη”, “Τέχνη”, “Πυρσός” κ.ά. Ασχολήθηκε επίσης με την ποιητική μετάφραση (Ορχάν Βελή, Μπωντλαίρ, Ρεμπώ κ.α.), την πεζογραφία, την αρθρογραφία και την ταξιδιωτική λογοτεχνία. 
Οι μελετητές της νεοελληνικής λογοτεχνίας τοποθετούν το έργο του Αλέξανδρου Μπάρα στο μεταίχμιο ανάμεσα στη μεσοπολεμική και τη νεότερη ελληνική ποίηση, η οποία συνδυάζει επιρροές από την ειρωνεία του Καβάφη, τον κοσμοπολιτισμό του Κώστα Ουράνη, το πικρό χιούμορ του Καρυωτάκη και τις τάσεις της γαλλικής συμβολιστικής ποίησης.

(Πηγή: Αρχείο Ελλήνων Λογοτεχνών, Ε.ΚΕ.ΒΙ.).






Αλέξανδρος Μπάρας
(πραγματικό όνομα Μενέλαος Αναγνωστόπουλος, Κωνσταντινούπολη, 1906-Αθήνα, 22 Ιανουαρίου 1990)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Paul Valéry-Το φιλικό δάσος

video Πλάι‐πλάι, σκεφτόμαστε πράγματα αγνά, μες στων δρόμων τα μάκρη μαζί περπατώντας, απ’ τα χέρια κ...